Μια
άνοιξη ένας αγρότης διασκέδαζε καθημερινά μ’ ένα ζευγάρι αετών που τους
έβλεπε να πετούν, να ανεβαίνουν και να κατεβαίνουν κοντά στο κτήμα του.
Όταν μετά από μερικές μέρες τους έχασε, πήγε στον τόπο όπου είχε εντοπίσει ότι
κατέβαιναν, για να δει τι υπήρχε εκεί, βρήκε μια εγκαταλειμμένη
φωλιά μ’ ένα αυγό μέσα. Πήρε το αυγό, το πήγε στο κοτέτσι και το έβαλε μαζί με τα αυγά μιας κότας, με την ελπίδα να το κλωσήσει εκείνη, να γεννηθεί το αετόπουλο, να μεγαλώσει και να πετάξει.